Του Γιάννη Γερονικολού
Αδυνατώ να αντιληφθώ πώς η αριστερά στην Ελλάδα έχει γίνει τόσο large στις διεκδικήσεις διαφόρων επαγγελματικών ή κοινωνικών ομάδων. Μπορεί άνετα να συμπλεύσει με τον εργαζόμενο της ναυπηγοεπισκευαστικής, το λιμενεργάτη των 5000 ευρώ, τον μικροπαραγωγό της λαϊκής αγοράς, τον τσιφλικά του κάμπου, τους stager και τους εφοριακούς με την ίδια θέρμη για την ικανοποίηση των όποιων αιτημάτων τους. Όταν, δε, δεν υπάρχουν αιτήματα, το ΠΑΜΕ ή ο Τσίπρας μπορούν πολύ εύκολα να σου βρουν μερικά.
Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ ως δικαιολογία είναι ότι θεωρούν πως αυτή είναι η συμβολή τους στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Να είναι, δηλαδή, τελάληδες αιτημάτων κάθε συντεχνίας και ομάδας.
Θεωρούσα ότι όσο «αριστερός» και να είσαι, μπορείς να καταλάβεις μέχρι πού φτάνει η διεκδίκηση και πού αρχίζει ο κοινωνικός εκβιασμός. Μπορείς να καταλάβεις ότι αν δεν υπάρχει μια βάση συζήτησης και ένα περιθώριο διαλόγου, τότε είναι σα να κάνεις διάλογο με λοβοτομημένους.
Ποια «αριστερή» λογική είναι αυτή που θα με πείσει να στηρίξω τον εργαζόμενο του ΟΛΠ ο οποίος ζητά 250.000 αποζημίωση για να αφήσει το λιμάνι να δουλέψει, η τον εφοριακό, τον τελωνιακό, τον υπάλληλο της Βουλής που απαιτούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν εξωπραγματικά επιδόματα την ώρα που οι εργατοϋπάλληλοι στον ιδιωτικό τομέα βιώνουν ένα νέο εργασιακό μεσαίωνα. Ποια είναι η «αριστερή» κουλτούρα που υπαγορεύει να πληρώσουμε άπαντες το γεγονός ότι ο αγρότης στον κάμπο (για παράδειγμα) συνεχίζει να σπέρνει βαμβάκι όταν δεν το αγοράζει ούτε η γυναίκα του και καπνά από τα οποία δεν φτιάχνονται ούτε τα «σέρτικα Λαμίας» και παράλληλα απαιτεί την οικολογική καταστροφή της μισής Ελλάδας για να μπορεί αυτός να ποτίζει το χωράφι του. Ποια είναι η «αριστερή» προσέγγιση στο στραγγάλισμα της αγοράς από το εποχικό αγροτικό καρναβάλι;
Λένε οι «αριστεροί» αγροτοσυνδικαλιστές πως αν δε σπείρουν αυτοί δε θα φάμε εμείς. Μακάρι να ήταν έτσι. Μακάρι και γι αυτούς αλλά και για εμάς που τα μόνα ελληνικά που τρώμε είναι τα φούμαρα. Αλλά δυστυχώς έχουν μάθει τόσο πολύ στην καλοπέραση με το χρήμα των «κουτόφραγκων» που ελάχιστα τους ενδιαφέρει η παραγωγή καθώς είτε με, είτε χωρίς σοδειά, την επιδότηση θα την πάρουν.
Μιλούν για την τεράστια διαφορά τιμής πώλησης του προϊόντος από τον παραγωγό στο ράφι, λες και δεν είναι οι ίδιοι που υπογράφουν στα τιμολόγια ό,τι τιμή θελήσει να βάλει ο μεσάζοντας καθώς δε φορολογούνται βάση βιβλίου εσόδων-εξόδων. Αν πάει όμως κάποια κυβέρνηση να το αλλάξει αυτό για να ελέγξει την κερδοσκοπία, θα επαναστατήσει η «αριστερά» και θα μιλήσει για «φοροεπιδρομή» στους αγρότες.
Τελειωτικό χτύπημα, το αίτημα του «αριστερού» αγροτοπατέρα Μπούτα για θέσπιση κατώτατου εγγυημένου εισοδήματος, ως βασικό μισθό στους αγρότες! Αγρότες – δημόσιοι υπάλληλοι, δηλαδή, όπως στην πάλαι ποτέ Σοβιετία! Αυτό είναι το όραμα της ελληνικής «αριστεράς» στα προβλήματα του αύριο και στο στραγγαλισμό της ελληνικής οικονομίας. Αλλά, γιατί κρατικό μισθό μόνο στους αγρότες και όχι σε όλους; Γιατί να μην το γυρίσουμε το μαγαζί σε Κούβα που έχει και ωραία πούρα και ρούμια; Μαζί τους κι ας μας λείπει ο Κάστρο. Έχουμε την Κανέλλη.