21 Νοε 2022

Αντίο Γιώργη

 


O τελευταίος των μεγάλων. Ο Δάσκαλος, ο φίλος, ο διευθυντής, ο άνθρωπος που με έσπρωξε μπροστά. Ο μόνος που έτρεμα μη διαβάσει κείμενό μου και είναι μούφα. Ο κολλητός του Κώστα από αμνημονεύτων και ο μόνος που έμεινε δίπλα του όταν οι άλλοι τον ξέχασαν,  τον πούλησαν, τον πίκραναν, τον άφησαν μόνο. Χιλιάδες ιστορίες άκουσα με τους δυό τους πρωταγωνιστές. Οι άνθρωποι που μου άνοιξαν  το κεφάλι και μου έβαλαν μέσα κίτρινο χαρτοπολτό, πίκες, ράστερ και αγάπη για τις ιστορίες.

Ο Κώστας με έκανε να αγαπήσω την εφημερίδα. Ο Γιώργης τις λέξεις. Τις λίγες λέξεις. Παιδάκι ακόμα 16 χρόνων, κλητήρας το καλοκαίρι του ’84 στη Ρωμιοσύνη πήγαινα να πάρω τα χειρόγραφά του για τη στήλη «Στο σκαμνί» της πρώτης σελίδας. 60-70 λέξεις όλες κι όλες, και όλοι τις έτρεμαν. Ολοι περίμεναν να διαβάσουν ποιόν «δίκασε» πάλι. Ποιόν δύστυχο πολιτικό αφορούσε το «δια  ταύτα», όπως πάντα τελείωνε το «σκαμνί».

Πάντα ήθελα να γράφω έτσι. Κοφτά και περιεκτικά. Με λέξεις απλές, κατανοητές, καθημερινές, αλλά ζυγισμένες απόλυτα. Να ταιριάζουν μόνο αυτές στο νοερό σταυρόλεξο της πρότασης.
«Καλημέρα κύριε Πρόεδρε» έγραφε στην Ελευθεροτυπία και με μια παράγραφο μπορούσε να προκαλέσει ανασχηματισμό ή εγκεφαλικό στον Ανδρέα. Δεν το λες και λίγο! Μια στήλη για την οποία ο πάντα λιγόλογος Κωνσταντίνος Καραμανλης είχε πει: «όχι μόνο να τον διαβάζετε, αλλά να τον μελετάτε»!

Τέτοια προβολή, τέτοια αναγνώριση, τέτοια δύναμη και ουδέποτε την εκμεταλλεύτηκε για δικό του όφελος. Ποτέ δεν θέλησε να την εξαργυρώσει και ποτέ δεν του πέρασε από το μυαλό να πουληθεί για μερικά (πολλα) αργύρια.

Έγραφε μέχρι τώρα. Ένα χρονογράφημα κάθε μέρα το οποίο δημοσίευαν καμιά 25αριά  εφημερίδες της περιφέρειας!  Ακόμα με το ίδιο πάθος παρά τα στραπάτσα και τα «μαθήματα» που του είχε δώσει η δημοσιογραφία.

- «Είναι κωλόπαιδα Κώστα», του έλεγε για την κατάσταση στις εφημερίδες, όχι σήμερα αλλά πριν από 23 χρόνια! «Τους ενδιαφέρει μόνο η προσωπική προβολή και η τσέπη. Και οι εκδότες μόνο για την εφημερίδα δεν ενδιαφέρονται».
Αηδιασμένος κάθε μέρα και περισσότερο, μέτραγε τα χρόνια να βγει στη σύνταξη όταν ήταν στον «Αδέσμευτο». Μόλις είχα πάει εκεί, μεταγραφή από την «Αθηναϊκή» και ήταν λες και προσγειώθηκα στην κόλαση, στην πτέρυγα των καταραμένων εφημεριδάδων!
-«Με έκαψες» του έλεγα. – «Μαζί θα φύγουμε» μου έλεγε.
Με φώναξε ένα μεσημέρι μέσα του ’99 στο γραφείο του και μου είπε:
- θα πας στη Βραδυνή αρχισυντάκτης.
- Θα έρθεις κι εσύ; Τον ρώτησα αγχωμένος. Θα πάμε μαζί;
- όχι θα πας μόνος σου και θα με βγάλεις ασπροπρόσωπο που σε σύστησα μου είπε.
Από τοτε κάθε φορά που κάναμε πατάτα ευχόμουν να μην είχε δει τη εφημερίδα ο Γιώργης.

Ήταν ο τελευταίος που ένιωθα για διευθυντή μου κι ας είμασταν σε διαφορετικά μαγαζιά. Ποιος άλλωστε να συγκριθεί μαζί του.

Θυμάμαι στις συσκέψεις για την πρώτη σελίδα στον Αδέσμευτο, προσπάθησε να καθίσει μας μια-δυό φορές ο εκδότης τότε, ο Μήτσης. Ο Μασσαβέτας άρχισε τις ιστορίες και τα ανέκδοτα. Πέρασαν 5 λεπτά, πέρασαν δέκα, «δεν θα συζητήσετε τα θέματα; Ρώτησε ο Μήτσης. «Βεβαίως, μόλις μείνουν μόνο οι δημοσιογράφοι» είπε ο Γιώργης και πάγωσε το χαμόγελο στα χείλη μας, ενώ ο Μήτσης έγινε παντζάρι από τα νεύρα αλλά είπε ένα αμήχανο «α, ναι, βεβαίως» και έφυγε. Την επόμενη φορά δεν χρειάστηκαν τα ανέκδοτα. Είπε ένα «Κώστα, θα μας αφήσεις τώρα να σου βγάλουμε την εφημερίδα;». Τρίτη φορά δεν υπήρξε.
Παλαιάς κοπής δημοσιογράφος.

Τελευταία φορά τον είδα και ήπιαμε κι ένα κρασί, στα βαφτίσια του Κώστα Γερονικολού του νεότερου. Χαρούμενος για τον βαφτισιμιό του, χαρούμενος και για το όνομα του αδελφικού του φίλου.
Τώρα θα καπνίζει το πουράκι του, θα έχει πάρει αυτό το πονηρό βλέμμα με το ένα μάτι μισόκλειστο και θα του μεταφέρει τα κουτσομπολιά.
Καλά να περνάτε εκεί πάνω. Και να μου τον προσέχεις γιατί «ρέπει προς τας ηδονάς».