27 Φεβ 2021

Ξεμπούκωμα

 


Ματιά στον καθρέφτη. Καθαρός. Αριστερά μέχρι την ανηφόρα κάτι ιχήδες. Δεξιά σκουτεράδες με χαρούμενα κοριτσάκια για συνοδηγούς. Μπάτσοι πουθενά. Άδεια λεωφόρος, ήλιος, λίγο αεράκι, πολλά άλογα για τα χέρια μου και πολύ μπάσο να βροντάει από τις δύο μπούκες της εξάτμισης. Θα πνιγώ στην Σεροτονίνη!

Πρώτη. Ξερογκαζιά. Το παιδάκι στο πίσω κάθισμα του Άουντι με κοιτά. Ζηλεύεις μικρέ, αλλά δεν το ξέρεις, σκέφτομαι. Κλείνω ζελατίνα, ανεβάζω στροφές. Πράσινο. Αποσυμπλέκω. Γειά σας μαλάκες.

Αριστερά στην παραλιακή, σκάει η δευτέρα και πριν ουρλιάξει η Τρίτη έχει τελειώσει η ευθεία. Κλείνω γκάζι και δε χρειάζεται καν να φρενάρω για να μπω στη δεξιά κλειστή. Ανοίγω ξανά κάπως άγαρμπα και ο πίσω τροχός επαναστατεί. Ήσυχα μεγάλε, ακόμα δεν ξεκίνησες.

Κόβω, ανεβάζω νορμάλ, χαμηλώνω και πάω με τα νερά της. Για να σε δω καλή μου.  Διπλό κατέβασμα και το μωρό ουρλιάζει από χαρά. 156 ιταλικές φοράδες με τραβάνε από τους καρπούς. Περνάω δίχως αύριο την ευθεία στο Ribas και το πάρκινγκ δεξιά και παίρνω θέση για τη μεγάλη αριστερή. Οι παλάμες έχουν ιδρώσει, με Τρίτη καλά είναι ή έκανα μαλακία; Μέχρι να αποφασίσω έρχεται η σούπερ κλειστή παρατεταμένη δεξιά για τις τρύπες του Καραμανλή. Δαγκώνω τα χείλια και τραβάω το κτήνος να πέσει στην τροχιά. Το αποδέχεται αμέσως. Μέσα στο τουνελάκι χτυπάω την κόρνα όπως κάναμε καμιά σαρανταριά παρά λίγο  χρόνια πριν με τα παπιά. Χαμόγελο μέχρι τ αυτιά.

Χαλαρά αριστερά, χαλαρά στη μεγάλη δεξιά που περνάει από το άνοιγμα για την παραλία. Γουργουρητό στις 3000 στροφές. Ανεβάζω σταδιακά βλέποντας πράσινο το φανάρι στην Αγ. Μαρίνα. Παρτάρει. Βρυχάται.

Τετάρτη και ανοιχτή δεξιά-αριστερά. Φεύγει το μπροστινό στα σαμαράκια ίσα για να μαγκώσει αμέσως μετά και να προλάβω εγώ να ιδρώσω. Κατηφόρα προς την γαλάζια ακτή με 180 χαλαρά.

Δεξιά η θάλασσα, δεξιά και ο ήλιος. Θέλω να το λυσσάξω. Είναι όμως πιο καλό απ ότι εγώ. Τα όρια της μηχανής είναι πολύ πιο πέρα από τις οδηγικές μου ικανότητες. Καλύτερα θα έλεγε ο αδαής. Γελάω μόνος μου μέσα από το κράνος. Ξέρεις καλέ μου πώς εκδικείται όσους δεν σέβονται η Ιταλίδα;

Τα 1262κε του Testastretta έχουν ζεσταθεί πια, έχουν ζεστάνει και τα λάστιχα. Ανοίγω γκάζι και θέλει να με ξεκολλήσει από τη σέλα. Άπειρη η ροπή, σχεδόν 130 Nm. Κτήνος. Έχουμε βρει ρυθμό. Δύο εραστές που ψάχνουν την κορύφωση. Ακούω κάθε της ήχο πίσω από το ουρλιαχτό της εξάτμισης, ακούει κάθε μου κίνηση στο σώμα ή τον καρπό.

Περνάω χωρίς να το καταλάβω Σαρωνίδα και Ανάβυσσο και με ανεβασμένο ρυθμό είμαι στις στροφές για Σούνιο. Δεν σκέφτομαι τίποτα, δεν υπάρχει χθες και αύριο. Σχεδόν δεν υπάρχει ούτε το τώρα. Έχω νικήσει το χωροχρόνο.

Δάκρυα έχουν γεμίσει τα μάτια μου. Βλέπω θολά. Με πάει μόνη της. Με οδηγεί αυτή, εγώ απλά ακολουθώ τα βίτσια της. Ανοίγω τη ζελατίνα. Έτσι κι αλλιώς δεν έχει νόημα. Θέλω σαν τρελός να βγάλω το κράνος.

Δεν έχω αποφασίσει ακόμα. «Να ζήσω ή να πεθάνω σ ένα φλαμέγκο επάνω»;

Αν μου έλεγαν πώς θέλεις να φύγεις, «έτσι» θα έλεγα και θα ‘κανα ευθεία τη στροφή με τα γκρέμια που βλέπουν αιώνες τώρα το ναό του Ποσειδώνα.

Σούνιο. Στάση, σβήσιμο μοτέρ, κατέβασμα σταντ, βγάλσιμο κράνους, ξεκούμπωμα μπουφάν μέχρι το στήθος. Τα δάχτυλα βγαίνουν από τα καλοκαιρινά γάντια και τρεμάμενα ακόμα ψάχνουν στην τσέπη τα camel άφιλτρα και τον αναπτήρα.

Μισό τσιγάρο η πρώτη τζούρα και χάδι στο βαθύ γκρίζο ντεπόζιτο.

Σ ευχαριστώ…