Συγχύστηκα πάλι. Δεν πίνω κιόλας… Την έχει κοπανήσει η Κατερίνα για μπαράκι και που να πάω ο ανάπηρας να βάλω κάτι να πιώ. Κι άμα κάνω καμιά μαλακία και με βρούνε τα πιτσιρίκια χύμα στο πάτωμα ποιος θα πληρώνει μετά τους παιδοψυχολόγους γαμώ τον Καμπέλη μου γαμώ;(θεσμικά doc…)
Έχει γενέθλια αύριο – σήμερα τώρα πια – το μικρουλίνι μου, ο Βελζεβούλης, το Αθηνούλι μου. Έγινε κιόλας ενός χρόνου! Τίποτα δε θυμάμαι γαμώτο. Όλα θολά τα έχω στη μνήμη μου από πέρυσι. Μόλις ένα μήνα είχα που γύρισα με τον Μπότο μου και την Καίτη από Άλενσμπαχ και όλα ήταν μπερδεμένα ακόμη. Θυμάμαι μόνο ότι δεν είχα μπει μέσα να κρατάω το χέρι της Κατερίνας όπως όταν γέννησε το Βιλάκι. Θυμάμαι ότι κοιτούσα σα βλάκας το νεογέννητο ώρα πολύ χωρίς να ψελλίζω τίποτα και μάλλον χωρίς να σκέφτομαι τίποτα. Την άλλη μέρα ξανασυναντηθήκαμε. Ήμασταν στο ίδιο ύψος. Αυτό στο «τάπερ» του μαιευτηρίου κι εγώ στο καροτσάκι. Ήθελα να το πάρω αγκαλιά, να το αγγίξω, να το φιλήσω, να του πω ότι εγώ ήμουν τα «μπιπ» που άκουγε στην εντατική του Παπαγεωργίου από την κοιλιά της μαμάς της, εγώ η φασαρία του ΣιΠάπ που το ενοχλούσε, εγώ ο φριχτός αυτός βήχας που την έχει στοιχιώσει και τη φοβίζει ακόμα και σήμερα ώστε να βάζει αμέσως κάτω το κεφαλάκι της όταν ακούει κάποιον να βήχει δυνατά. Εγώ που έλειπα τόσους μήνες στην κυοφορία και το δικό μου χέρι που έλειπε για να χαϊδέψει την έγκυο κοιλιά. Πώς να τα πεις όλα αυτά σε ένα νεογέννητο και κυρίως ποιόν πούστη θεό να καταραστείς όταν δε μπορείς καν να το πάρεις αγκαλιά. Ναι ρε γαμώτο αυτό με πίκραινε πιο πολύ. Αυτή η γαμημένη η αγκαλιά.
Να την πάρω και να της ψιθυρίσω στ αυτί: Καλώς ήρθες κοριτσάκι. Μαζί το βγάλαμε αυτό το εννιάμηνο αν και τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα ο ένας μακριά από τον άλλον. Τελικά τα καταφέραμε και συναντηθήκαμε. Σ ευχαριστώ που μου έδωσες άλλο ένα λόγο να προσπαθήσω τότε που νόμιζα ότι όλα χάθηκαν. Τότε που πραγματικά ήθελα να πεθάνω για να σταματήσω να πονάω τόσο πολύ. Τότε που οι Γερμανοί μου έλεγαν ότι ποτέ δε θα αποχωριστώ το καροτσάκι. Τότε που νόμιζα ότι σηκώνω στις πλάτες μου το βάρος του πλανήτη και ήθελα σιωπηλά να ΄ρθει κάποιος τη νύχτα και να μου το πάρει να τελειώνω. Τότε που το μόνο που με κράτησε μέσα στους συνεχείς λυγμούς κάθε ξημέρωμα ήταν η υπέροχη ζωγραφιά της Βίλης και η δική σου πρώτη «φωτογραφία» μέσα από τη μήτρα, που η Κατερίνα σοφά μου είχε στείλει…
Κοιταζόμασταν για ώρα. Είχα βάλει και ένα δάκτυλο ανάμεσα στην χουφτίτσα της να τη χαϊδεύω. Τα είπαμε όλα και συνεννοηθήκαμε. Με κατάλαβε. Και το ξέρω γιατί όταν ήρθε σπίτι λίγες μέρες μετά, όταν ξάπλωνε δίπλα μου στο κρεβάτι χαλάρωνε και κοιμόταν κατευθείαν. Έτσι την αγκαλίτσα για πολλούς μήνες την είχαμε μετατρέψει σε ξάπλα. Τώρα που αυτή… μεγάλωσε κι εγώ λιγάκι δυνάμωσα μπορούμε να τα βολέψουμε και καθιστοί. Ελπίζω κάποια στιγμή να τα καταφέρουμε και όρθιοι…
Χρόνια καλά και ευτυχισμένα, πάντα με υγεία και μια γεμάτη ζωή κοριτσάκι μου.
............................................................
Ωραία, και τώρα που ηρέμησα, τι σκατά να γράψω για την κωλοφυλλάδα; Μάλλον δεν ήταν τυχαίο που όλοι οι καλοί δημοσιογράφοι – προσοχή, δημοσιογράφοι όχι οι σημερινοί λαλάκηδες με τα πούρα και τις πόρσε – έπιναν τον άμπακο. Κάτι ήξεραν οι δάσκαλοι.
Πάω για επιχείρηση «μπακάρντι με κουτσό» και αν αργήσω… Φάτε.