Του ΓΙΩΡΓΟΥ Σ. ΜΠΟΥΡΔΑΡΑ από το New Deal
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια χώρα γεμάτη «πληγές». Στην αρχή, προσπάθησαν να με διδάξουν ότι δεν ήμασταν πάντα έτσι.
Οτι κάποτε μεγαλουργήσαμε σε αυτό τον τόπο, και πως εμείς μεταδώσαμε τη λάμψη της γνώσης και της τέχνης στον υπόλοιπο κόσμο. Εβλεπα και τη δίψα των «ξένων» για το ελληνικό πνεύμα, το σεβασμό στην ιστορία του τόπου μου, το θαυμασμό για την ιδιότητα του να είναι κάποιος απόγονος του Σωκράτη, του Αισχύλου, του Ομηρου... Και αυτά τα τελευταία μ’ έκαναν να πιστέψω ότι ήταν ορθή η διδασκαλία που μου παρείχαν...
Οταν άρχισα να βλέπω τον κόσμο πέρα από τα βιβλία, και συνειδητοποιούσα σιγά – σιγά ότι όλα όσα παρατηρούσα γύρω μου, το παρόν της χώρας μου δηλαδή, δεν άρμοζε στο «περήφανο Χθες», όταν με άλλα λόγια άρχισα να απαριθμώ τις πληγές της Ελλάδας, οι ίδιοι οι «δάσκαλοι» προσπαθούσαν να με πείσουν ότι «άλλοι», «ξένοι», «βάρβαροι», τις προκάλεσαν στο σώμα της πατρίδας μου. Οι Πέρσες, παλιά. Πολύ παλιά, τότε που η ιστορία γραφόταν με Θερμοπύλες... Οι Τούρκοι, αργότερα. Τότε που η γραφή σχημάτιζε «κόκκινες μηλιές». Οι Γερμανοί, πιο πρόσφατα. Τότε, με τα διάφορα αλβανικά έπη... Ακόμα – ακόμα και η χούντα των παιδικών μας χρόνων, «αμερικανοκίνητη» ήταν. Οι εμπλεκόμενοι Ελληνες ήταν απλώς μια χούφτα τρελλοί, ή κάποιοι Εφιάλτες... Ετσι με μάθαιναν...
Ωστόσο, την μια μόνο όψη του νομίσματος μου έδειχναν. Και όχι απλώς αυτό: Δεν μου έκρυβαν απλώς την άλλη όψη. Μου απέκρυπταν και τις δεύτερες, τις κρυφές σκέψεις τους, ότι το νόμισμα έφερε πάνω του συγκεκριμένη αξία, που ισοδυναμούσε με το κόστος το οποίο θα πλήρωνα – άγνωστο για ποιά αιτία – για πολλά πολλά χρόνια. Για πολλές πολλές ζωές! Και «ζαλισμένος» όπως ήμουν με τη θέα του νομίσματος και με τα παραμύθια, δεν έβλεπα και όλα τ’ άλλα που συνέβαιναν γύρω μου... Ούτε καν εμένα τον ίδιο, που μαζί με όλους τους άλλους «απογόνους», αντί να κλείνουμε τις όποιες πληγές μας άνοιξαν άλλοι, δημιουργούσαμε και νέες!
Και ναι, λοιπόν! Σκύβω το κεφάλι, σήμερα... Οχι από τον πόνο που μου προκάλεσαν εκείνοι που μου πέταξαν ένα περιοδικό με προκλητικό ή υβριστικό εξώφυλλο και περιεχόμενο, υπό τον τίτλο «Απατεώνες Ελληνες». Δεν σκύβω το κεφάλι (μόνο) από ντροπή, καθώς ξαφνικά άρχισα να βλέπω ότι υπάρχει και άλλος κόσμος πέραν του «νομίσματος».
Σκύβω το κεφάλι από τύψεις για όλα όσα έκανα σε τούτο τον τόπο και στην Ιστορία του. Σκύβω το κεφάλι, σε μια προσπάθεια περισυλλογής: Αν δεν είναι αργά, μπορεί κάτι ν’ αρχίσει ν’ αλλάζει και να βελτιώνεται. Αν, πάλι, έχει περάσει ανεπιστρεπτί ο καιρός, τουλάχιστον θα «φύγω» με τη σκέψη ότι έστω και «κατόπιν εορτής», μετάνιωσα ειλικρινά και έμπρακτα!
Και σ’ αυτή την πρώτη φάση, της περισυλλογής, σαν κινηματογραφική ταινία περνούν από το μυαλό οι παλιές «ένδοξες» ιστορίες: Κάποιοι στις Θερμοπύλες πρόδωσαν... Κάποιοι στην Κωνσταντινούπολη πρόδωσαν... Κάποιοι έστησαν εμφύλιο, μετά που έφυγαν οι Γερμανοί... Κάποιοι δημιούργησαν τη Μακρόνησο. Και ουδείς εξ αυτών ήταν κάποιος «άλλος», κάποιος ξένους, κάποιος βάρβαρος!...
Σηκώνω το χέρι με ... αποφασιστική δειλία, μια που θέλω να μάθω την αλήθεια, αλλά δεν ξέρω κι αν θα τη φοβηθώ – αν θα την αντέξω, αλλά το κάνω: Σηκώνω το χέρι και γυρνώ το νόμισμα να δω τί κρύβει η άλλη του όψη. Ιερή τελετή! Ενοιωθα σαν να γυρνούσα τη σελήνη ολάκερη, να μου αποκαλυφθεί η σκοτεινή πλευρά της...
Και είδα, λοιπόν, να βρωμίζουν τις πόλεις, τα ποτάμια και τις θάλασσες του τόπου μου. Να καίνε τα δάση για να χτίσουν βίλες κι αυθαίρετες κατασκευές. Είδα να σπαταλούν τις φυσικές πηγές, και όσες περίσσευαν να τις ρυπαίνουν. Είδα τους κλέφτες να κομπάζουν με τη μαγκιά τους. Είδα τα θύματα της κλοπής να ψάχνουν κι εκείνα να κλέψουν, μυρικάζοντας τη γνωστή ρήση «Ελα μωρέ, αφού έτσι γίνεται εδώ. Αν δεν το κάνεις εσύ, θα βρεθεί άλλος να το κάνει». Είδα το έγκλημα να μένει ατιμώρητο, τη «λούφα» να επιβραβεύεται, τη λαμογιά να πριμοδοτείται... Είδα την ασυδοσία να έχει γίνει ο μέγιστος κανόνας της καθημερινής συμπεριφοράς: στο σπίτι, στο δρόμο, στη δουλειά...
Και ουδείς, ΟΥΔΕΙΣ εκ των πρωταγωνιστών αυτής της τερατόμορφης δραστηριότητας ήταν κάποιος «άλλος», κάποιος ξένος, κάποιος βάρβαρος!...
Μας έθιξε το «Είστε Απαταιώνες» που μας λένε οι άλλοι, οι ξένοι, οι βάρβαροι. Εκεί φτάσαμε: Δεν μας πειράζει που ως τέτοιοι συμπεριφερόμαστε όλη την ώρα, σε κάθε στιγμή. Δεν μας πειράζει όταν αποκαλούμε ο ένας τον άλλο έτσι, όλη την ώρα. Μας ενοχλεί ότι μας το λένε άλλοι: οι ξένοι, οι βάρβαροι!...
Πειραχτήκαμε γιατί κακομεταχειρίστηκαν ένα από τα σύμβολα των προγόνων μας, την Αφροδίτη της Μήλου, και η άσεμνη χειρονομία που της έβαλαν να κάνει... Εμείς οι «Απόγονοι» που δεν αισθανθήκαμε ουσιαστικά καμιά ντροπή για την κατάντια των αρχαιολογικών χώρων του τόπου μας. Εμείς οι απόγονοι που δεν διαστάζουμε να μετατρέψουμε πολλούς εξ αυτών των χώρων σε σκουπιδότοπους. Ασε που αρκετοί εξ ημών δεν τους έχουν επισκεφθεί ποτέ – εκτός εάν υπάρχει εκεί κοντά καμιά καλή ταβέρνα... Εμείς οι Απόγονοι, που προβαίνουμε προς αλλήλους καθημερινά σε τέτοιες χειρονομίες, σε μια επίδειξη χυδαίας «μαγκιάς» και τσαμπουκαλίδικης αλητείας... Εκεί φτάσαμε!
Εμείς οι Απόγονοι που κάναμε τον Λεωνίδα ... ψησταριά, τη θρησκεία ... εταιρεία real estate, την οδήγηση ... φονικό όπλο, την υπόθεση Ανάπτυξη ... ευκαιρία μαύρου πλουτισμού, την εργασία ... α λα καρτ δραστηριότητα κλοπής του εισοδήματος των άλλων, την Παιδεία ... διαδικασία αποχαύνωσης των παιδιών, την Υγεία ... βρώμικο πεδίο κερδοσκοπίας...
Εμείς όλοι πρέπει να αλλάξουμε. Οχι πια για να μην βουλιάξουμε. Αυτό έχει ήδη, από καιρό συμβεί. Αλλά για να μην αφήσουμε την τελευταία μας πνοή, στον πάτο μιας μολυσμένης -από την ίδια μας τη ζωή- θάλασσας!
photo by Flickr Imapix