Του Γιάννη Γερονικολού
Δεν ξέρω τι από τα δύο συμβαίνει: οι πολιτικοί μας νομίζουν οτι είμαστε εντελώς ηλίθιοι ή έχουν αποκοπεί τόσο πολύ από την κοινωνία που όλα αυτά που λένε με τόσο στόμφο τα πιστεύουν στ'αλήθεια. Το ίδιο βέβαια θα μπορούσε να ειπωθεί και για τους μεγαλοδημοσιογράφους των καναλιών, μόνο που για αυτούς ξέρουμε την απάντηση. Μας μεταχειρίζονται ως λοβοτομημένους.
Η πρόσφατη ιστορία με το αίτημα του κ. Μίχαλου για νομοθέτημα που θα κάλυπτε τις εργοδοτικές αυθαιρεσίες, υποτίθεται λόγω της οικονομικής κρίσης, είναι γνωστή. Γνωστές και οι αντιδράσεις της κυβέρνησης και σύσσωμης της αντιπολίτευσης. Γνωστό επίσης και το γεγονός οτι όλοι, μα όλοι, σε αυτή την υπόθεση ψεύδονται και κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους.
Η καταστρατήγηση των εργασιακών σχέσεων είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση στην αγορά εργασίας. Ο εργασιακός μεσαίωνας είναι εδώ και τον βιώνουμε όλοι όσοι δεν είχαμε την τύχη και τον μπάρμπα στην Κορώνη για να βολευτούμε στο Δημόσιο. Δεν υπάρχει οκτάωρο, δεν υπάρχουν κανόνες, υπερωρίες, βραδυνά, επιδόματα, επιθεώρηση εργασίας, σοβαροί συνδικαλιστές και προστασία του εργαζομένου. Και όλα αυτά δεν είναι απόρροια στοχευμένης αντεργατικής πολιτικής μιας νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης, αλλά άρχισαν επί «σοσιαλιστικών» κυβερνήσεων Σημίτη, και με ηγεμονία σοσιαλδημοκρατών στην ΕΕ.
Δεν θέλω να πω οτι το «κακό ΠΑΣΟΚ» και οι φίλοι του φταίνε για όλα, αλλά οτι όλες ανεξαιρέτως οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υπό οποιονδήποτε ιδεολογικό μανδύα την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει υποχείρια των επιχειρήσεων και των βουλών της περίφημης «αγοράς».
Ό,τι επιθυμεί η «αγορά», αργά ή γρήγορα γίνεται νόμος ή καλύτερα «συνθήκη» στην Ενωμένη Ευρώπη των γραφειοκρατών και των τεχνοκρατών, δικαιολογώντας απόλυτα την παλιά ονομασία της οικονομικής ένωσης (ΕΟΚ) και αφήνοντας ξεχασμένη στα συρτάρια των κομμάτων της Ευρωβουλής τις ιδέες περί Ευρώπης των λαών και άλλων δαιμονίων.
Έτσι, φαντάζουν τουλάχιστον αστείες αν όχι προκλητικές προς τους εργαζόμενους και κυρίως τη νέα γενιά οι αιτιάσεις προς την πρόταση Μίχαλου με την οποία απλώς και μόνον ζητείται η θεσμοθέτηση της παρανομίας υπό τον μανδύα της μοναδικής σωτηρίας των θέσεων εργασίας.
Η θλιβερή πραγματικότητα δείχνει οτι όποια επιχείρηση προσπάθησε να περάσει την εβδομάδα τεσσάρων εργάσιμων ημερών τα κατάφερε αναίμακτα παρά τις κραυγές διαφόρων εργατοπατέρων. Διότι δεν υπάρχει εργαζόμενος που να προτιμάει την ανεργία από την «ημιεργασία».
Αυτό βέβαια είναι κατάντια, αλλά έπρεπε να το είχαν συνυπολογίσει οι εργατοπατέρες, οι «σοσιαλιστές» της αντιπολίτευσης, η Φάνη, και όσοι άλλοι δηλώνουν τώρα... «non pasaran», όταν έκαναν τα στραβά μάτια για την καταφανή και προκλητική καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων των νεολαίων που πρωτοεισέρχονται στην αγορά εργασίας.
Ουδείς από αυτούς γνωρίζει με τι καθεστώς δουλεύουν οι νέοι στα σούπερ μάρκετ, στα εμπορικά καταστήματα, στις μεγάλες εταιρίες, στις πωλήσεις, στα συνεργεία, στα ατελιέ, στα συνεχώς φωνασκούντα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και γενικά στη συντριπτική πλειοψηφία του ιδιωτικού τομέα όπου βασιλεύει το «μπλοκάκι», η ημιαπασχόληση και η απαξία του εργατικού δυναμικού; Κανείς τους δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα; Και εν τέλη πως πίστεψαν οτι ταΐζοντας το «θηρίο» με το αίμα νέων δεν θα του άνοιγαν την όρεξη να επιτεθεί και στο κυρίως πιάτο;
Αφού τώρα πια που άνοιξαν την κερκοπορτα είναι ανίκανοι να σταματήσουν την άλωση, τουλάχιστον να σταματήσουν να κάνουν τους έκπληκτους με το θράσος των εργοδοτών. Είναι συνυπεύθυνοι άλλοι λόγω πολιτικής βλακείας και άλλοι λόγω πολιτικής στόχευσης.